- φωτίζων
- φωτίζωshinepres part act masc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Сретение Господне — Статья о церковном праздновании. О народной обрядности см. статью Громницы «Сретение». Дуччо, «Маэста» … Википедия
Σπαθάριος, Νικόλαος — Λόγιος. Γεννήθηκε στη Μολδοβλαχία από Σπαρτιάτες γονείς. Σπούδασε φυσικομαθηματικά στην Ιταλία. Διατέλεσε σπαθάριος της ηγεμονίας της Μολδοβλαχίας. Κάτοχος πολλών γλωσσών, μετάφρασε την Αγία Γραφή στα βλάχικα. Το 1667, έτος που βρισκόταν στη… … Dictionary of Greek